στιχοπαίγνιο

στιχοπαίγνιο
το / στιχοπαίγνιον, ΝΑ
ποίημα γραμμένο σε στίχους διαφορετικού μεγέθους και κατά τέτοιο τρόπο, ώστε να σχηματίζεται γραφική παράσταση τού αντικειμένου το οποίο έχει ως θέμα, όπως λ.χ. βωμός, πέλεκυς, σταυρός κ.ά.
[ΕΤΥΜΟΛ. < στίχος + παίγνιον].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем решить контрольную работу

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”